Η πρόσφατη μου τηλεοπτική συνέντευξη 📺 στο TV100 Thessaloniki όπου αναλύω την Ελληνική 🇬🇷 ατζέντα ενόψει της Συνόδου Κορυφής του Μαρτίου. #EE #ελληνοτουρκικά #valinakis
Η πρόσφατη μου τηλεοπτική συνέντευξη 📺 στο TV100 Thessaloniki όπου αναλύω την Ελληνική 🇬🇷 ατζέντα ενόψει της Συνόδου Κορυφής του Μαρτίου. #EE #ελληνοτουρκικά #valinakis
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ ΑΛ ΤΖΑΖΙΡΑ , 17/12/20 (προβλήθηκε στο αραβικό τηλεοπτικό πρόγραμμα στις 8/2/21)
1. ΑΛ ΤΖΑΖΙΡΑ: Στη θέση της για την Ανατ.Μεσόγειο η Ελλάδα υιοθετεί ένα χάρτη που δημοσίευσε το Πανεπιστήμιο της Σεβίλλης και εξηγεί τα θαλάσσια σύνορα της ΕΕ. Ποιές είναι οι βασικές πολιτικές και νομικές αρχές που διαμορφώνουν τις πολιτικές της Ελλάδας απέναντι στη διένεξη της Ανατ.Μεσογείου;
Ο Γιάννης Βαληνάκης πρώην υφυπουργός Εξωτερικών (2004-2009) με απλό, κατανοητό λόγο, αναλύει με επιχειρήματα που είναι δύσκολο να αμφισβητηθούν την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα ελληνοτουρκικά ,μετά από την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να σπεύσει στις διερευνητικές συνομιλίες.
Εξηγεί τις ενστάσεις και τις διαφωνίες του , καταλήγοντας στο εύλογο ερώτημα: γιατί έπρεπε η Ελλάδα να δώσει συγχωροχάρτι στον Ερντογάν,μετά απ΄ όσα έκανε ,ειδικά τους τελευταίους μήνες; Γιατί τον βοηθάμε ,ειδικά τώρα που φαίνεται να πιέζεται από τις ΗΠΑ; Ποια είναι τα κέρδη στα οποία στοεχέυει η Ελλάδα απ΄ αυτή τη διαδικασία;
Ο κ.Βαληνάκης μιλά για την διεκδικητική ατζέντα με την οποία η χώρα πρέπει να προσέλθει στο τραπέζι των συζητήσεων.
Επισημαίνει ότι η Τουρκία αν κάνει την επιλογή για στρατιωτική αναμέτρηση με την Ελλάδα, δεν θα παραμείνει στο επίπεδο ενός μεμονωμένου και περιορισμένου επεισοδίου. Πιστεύει ότι θα προχωρήσει σε γενικευμένη σύσγκρουση. Υποστηρίζει με επιχειρήματα αυτή την άποψη. Το κυριότερο είναι οι διεθνείς συνθήκες που επικρατούν αυτή την περίοδο και δίνουν “χώρο” και ατιμωρησία στην Τουρκία.
Ο κ.Βαληνάκης μιλά για τις συμμαχίες της Ελλάδας και επισημαίνει ότι θα πρέπει να διευκρινιστεί αν αυτές έχουν ουσιαστική σημασία και δεν παραμένουν μόνο στο επίπεδο των συναντήσεων και των δηλώσεων. “Οι συμμαχίες πρέπει να έχουν νόημα ουσιαστικό και επιχειρησιακό”, λέει
Ο κ.Βαληνάκης περιγράφει με εξαιρετικό τρόπο αυτό για το οποίο πολλοί μιλάμε ,μεταξύ των οποίων κι εμείς οι δημοσιογράφοι: για την αποτροπή. Δεν είναι κάτι αόριστο και ο κ.Βαληνάκης εξηγεί τι σημαίνει πραγματική αποτροπή , η οποία ακυρώνει και το “δίλημμα” που λέει “πολεμάμε ή συζητάμε”.
Τους όρους με τους οποίους ο διάλογος με την Τουρκία είναι αποτελεσματικός και ασφαλής, αναλύει στο Liberal.gr ο Καθηγητής Ιωάννης Βαληνάκης, επί πενταετία σχεδόν υφυπουργός Εξωτερικών των κυβερνήσεων του Κώστα Καραμανλή (2004-2009) και με δεκαετίες ενασχόλησης με τα «ελληνοτουρκικά», επισημαίνοντας ότι μεταξύ των δύο άκρων, αυτών δηλαδή που νομίζουν ότι διαπραγματεύονται με την… Δανία και των άλλων που προκρίνουν την σύγκρουση, υπάρχει η «στρατηγική της διεκδικητικής εξομάλυνσης».
Σε ό,τι αφορά στο Κυπριακό ο κ. Βαληνάκης εκτιμά ότι η Τουρκία υπολογίζει στο αυτόματο ανάθεμα προς τη διχοτόμηση για να φέρει τη συνομοσπονδία ως δήθεν συμβιβαστική μέση λύση για να έχει έτσι τον πλήρη έλεγχο στον Βορρά και τη συνδιοίκηση-φινλανδοποίηση των ελεύθερων εδαφών. Τέλος ο κ. Βαληνάκης τοποθετείται και απέναντι στα σενάρια που θέλουν τις απόψεις του να απηχούν εμμέσως αυτές του πρώην Πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή.
Διαβάστε την συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Λουκόπουλο
– Την τελευταία περίοδο η εξαναγκαστική πολιτική της Τουρκίας απέναντι στην χώρας μας λόγω του αναθεωρητισμού της αλλά και της ευρύτερης ηγεμονικής της στάσης στην περιοχή έλαβε μία οξυμένη και επικίνδυνη μορφή, το «μενού», επιτρέψτε μου την έκφραση, είχε «γαλάζιες πατρίδες», τουρκολιβυκό μνημόνιο, 82 ημέρες ερευνών του Ορούτς Ρέις και επαναφορά του casus belli. Λαμβάνοντας υπόψη την χαοτική διαφορά των δύο χώρων στο τι «συζητάμε», πως βλέπετε την επανέναρξη των «διερευνητικών» συνομιλιών;
Η μεγάλη νομίζω πλειοψηφία στη χώρα μας συμφωνεί στη διαπίστωση ότι η Τουρκία προκαλεί με μιά αυξανόμενη παραβίαση βασικών αρχών και κανόνων διεθνούς συμπεριφοράς. Διαφορές υπάρχουν, και σημαντικές θα έλεγα, ως προς την αντιμετώπισή της. Βλέπω προσωπικά δύο «αμέριμνα» άκρα: όσους προκρίνουν την σύγκρουση κι όσους νομίζουν ότι διαπραγματεύονται με τη Δανία. Ανησυχώ και για τα δύο αυτά ενδεχόμενα κι ακριβώς γι’ αυτό προέκρινα πάντα την «έξυπνη» μέση οδό μιάς στρατηγικής της «διεκδικητικής εξομάλυνσης».
Θέλουμε διάλογο εξομάλυνσης των σχέσεων με την Τουρκία, όχι συνεχείς αναβολές αναμένοντας έναν από μηχανής θεό —γιατί έτσι χάναμε σχεδόν συνεχώς έδαφος και φτάσαμε στη σημερινή θέση. Με απλά λόγια κανείς εχέφρων δεν είναι εναντίον γενικά του διαλόγου. Είμαι όμως εναντίον ενός διαλόγου στον οποίο σπρωχνόμαστε ποντιοπιλατικά και άρον-άρον από κάποιους εταίρους μας να διαλεχθούμε μόνοι μας με ένα πολεμοχαρή γείτονα —και μάλιστα χωρίς όρους, κανόνες και εγγυήσεις.
Η συνέχεια εδώ
Καθηγ. Γιάννης Βαληνάκης,
Πρόεδρος του Ευρωπαικού Κέντρου Αριστείας/ ΕΚΠΑ
πρ. υφυπουργός Εξωτερικών
|
Κάθε εχέφρων άνθρωπος θέλει διάλογο κι όχι σύγκρουση.Ούτε η αναβολή επ’άπειρον είναι λύση. Όμως μπορούσαμε να περιμένουμε μέχρι τον Μάρτιο. Άλλο να σέρνεσαι σε διάλογο —όταν μάλιστα ξέρεις ότι είναι ανειλικρινής και προσχηματικός και με κυρίως τουρκική ατζέντα— κι άλλο να διεκδικείς όλα τα δικαιώματά σου με όρους, κανόνες και «συμμαχικές» εγγυήσεις. Άλλο μόνοι μας με την Τουρκία, κι άλλο να εντάξουμε τον διάλογο στο ευρωτουρκικό πλαίσιο που ετοιμάζεται για τον Μάρτιο. Ας κινηθούμε λοιπόν ενεργά επιδιώκοντας μιά «θετική ατζέντα» για την Ελλάδα, κι όχι για την Τουρκία!
Προσκεκλημένος στην εκπομπή Evening Report στο Action 24 με τον Γιώργο Κουβαρά
«Κακώς προσήλθαμε τόσο γρήγορα σε ένα διάλογο με την Τουρκία, την ώρα που μπορούσαμε— και αυτή είναι και η δική μου εναλλακτική πρόταση—να περιμένουμε τουλάχιστον μερικούς μήνες. Τουλάχιστον δηλαδή μέχρι τον Μάρτιο, που Ευρωπαϊκή Ένωση θα ανασυνθέσει την νέα της πολιτική απέναντι στην Τουρκία. Δεν καταλαβαίνω καθόλου γιατί τρέξαμε τόσο πολύ”.
Γιατί έπρεπε να περιμένουμε;
Πρώτον, διότι επί τετράμηνο βιάστηκε και παραβιάστηκε η Ελληνική υφαλοκρηπίδα, η Ελληνική ΑΟΖ και τα Ελληνικά Δικαιώματα και όπως καταλαβαίνετε, δεν είναι λογικό να πιέζεις τους τρίτους να πάνε σε κυρώσεις εναντίον του παραβάτη Τουρκία και την ίδια στιγμή εσύ να πηγαίνεις σε συζητήσεις μαζί του σαν να μην συμβαίνει τίποτα!
Δεύτερον, «διότι όταν πηγαίνεις σε έναν διερευνητικό διάλογο, χωρίς προϋποθέσεις, χωρίς κανόνες και χωρίς εγγυήσεις, προφανώς είναι σαν να δίνεις ένα είδος συγχωροχαρτιού στην άλλη πλευρά, ένα πιστοποιητικό “ΕΥΡΩφροσύνης” ή πιστοποιητικό “ΝΑΤΟφροσύνης”, καλής διαγωγής, που η Τουρκία έχει ανάγκη, διότι πιέζεται από τις ΗΠΑ για πρώτη φορά τόσο έντονα. Πιέζεται και από την ΕΕ που και αυτή είναι αναγκασμένη κάτι να κάνει, παρόλο που δεν θέλει κανένας τους στην ΕΕ, πλην πολύ λίγων, να σπρώξουν προς την κατεύθυνση των κυρώσεων».
«Παρόλα αυτά ενώ η Τουρκία είναι πιεσμένη εξωτερικά και εσωτερικά από την οικονομία, τρέχουμε εμείς να κάνουμε διερευνητικό διάλογο με την Τουρκία, χωρίς κανόνες παιχνιδιού, χωρίς προϋποθέσεις”.
“Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω για ποιό λόγο σπεύδουμε τόσο πολύ”. «Δεν πας, όταν η Τουρκία έχει ανάγκη τα πιστοποιητικά καλού παιδιού, να της δώσεις το σωσίβιο που χρειάζεται ο Ερντογάν σε μια στιγμή που πιέζεται και εσωτερικά και εξωτερικά”.
“Τώρα, γιατί η κυβέρνηση το κάνει αυτό; Πιστεύω ότι υπάρχει μια ρομαντική διάθεση σε πολλούς, κυρίως σε αυτούς που προέρχονται από την Σημιτική πλευρά».
Φτάσαμε πλέον στην επανέναρξη των διερευνητικών επαφών εν μέσω ωμότατης επανάληψης του casus belli διά στόματος Τσαβούσογλου, ακόμη και μέσα από τις Βρυξέλλες.
Προκλητική υπό τέτοιες συνθήκες και η εκκωφαντική αφωνία οργάνων της ΕΕ (και του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών), αλλά και η ψιθυριζόμενη προετοιμασία απονομής «πιστοποιητικών» τουρκικής «ευρω-φροσύνης» και «νατο-φροσύνης» και ξηλώματος των (ήδη αδύναμων) κυρώσεων. Μετά από όσα έγιναν, τι στρατηγικό συμφέρον έχει η Ελλάδα να σπεύσει με τέτοια «πρεμούρα» να χαρίσει ένα ακόμη σωσίβιο στον Ερντογάν; Και κυρίως, γιατί να αφήνεται από την ΕΕ να αντιμετωπίσει μόνη την Τουρκία, όταν μπορεί με αλλαγή στρατηγικής να μετατρέψει τον διάλογο για τις θαλάσσιες ζώνες σε (πολύ ασφαλέστερη) ευρωτουρκική διαδικασία;
Υπάρχει στη χώρα μας μια γενική συναίνεση γύρω από τη διαπίστωση ότι η νέα συμπεριφορά («σκωτσέζικο ντους») της Τουρκίας είναι εντελώς προσχηματική. Για τους περισσότερους Έλληνες και Ελληνίδες ο Ερντογάν επιχειρεί με κυνικούς ελιγμούς να αποφύγει/«ξεδοντιάσει» αμερικανικές κυρίως κυρώσεις, και να εξασφαλίσει οικονομικά οφέλη -άλλοτε εκβιάζοντας και άλλοτε υποσχόμενος συμφωνίες- και τον πολιτικό διχασμό της ΕΕ, γελοιοποιώντας παράλληλα και τις (θεωρητικά πιθανές) κυρώσεις της. Ο Τούρκος Πρόεδρος κινείται παντού με σχέδιο αλλά και ενστικτώδη τακτικισμό και ψάχνει, πιεσμένος από εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες, διεξόδους, τόσο με την ΕΕ και φιλικά κράτη-μέλη της να αναστήσει την ενταξιακή της προοπτική, όσο και να αποκαταστήσει τις τρωθείσες σχέσεις με τις ΗΠΑ ενόψει της νέας διακυβέρνησης Μπάιντεν. Ψάχνει ουσιαστικά για σωσίβια κι εδώ ο ρόλος της Ελλάδας δεν είναι ευκαταφρόνητος— εφόσον βέβαια κινηθεί με «έξυπνο» σχεδιασμό.
Οι στρατηγικοί μας στόχοι και συμφέροντα απέναντι στην γείτονα συνοψίζονται ως εξής:
Κατά συνέπεια ένας διάλογος έχει νόημα αν βασίζεται στις γενικά αποδεκτές βασικές αρχές. Αν δηλ. είναι διάλογος ευρωπαικής καλής γειτονίας, δηλ.:
Α. Γιατί βιαζόμαστε τόσο πολύ να βοηθήσουμε τον Ερντογάν;
Ένα πρώτο ερώτημα είναι λοιπόν γιατί τέτοια βιασύνη; Είναι η σημερινή η πλέον κατάλληλη συγκυρία; Και άρα τι έχουμε να χάσουμε αν απαντούσαμε ότι στις διερευνητικές θα ξαναπάμε, αφού πρώτα αποφασίσει η ΕΕ το πλαίσιο των ευρωτουρκικών σχέσεων, μέσα στο οποίο θα εντάξουμε κι εμείς τα ελληνοτουρκικά;
Να γιατί μια αναβολή έναρξης των διερευνητικών μέχρι να αποφασίσει η ΕΕ τον Μάρτιο θα ήταν ασφαλώς πιο συμφέρουσα:
1) Την επιβάλλουν πρώτα-πρώτα λόγοι στοιχειώδους λογικής και εθνικής αξιοπρέπειας: όταν κάποιος σου παραβιάζει ωμά και επί 4μηνο τα δικαιώματά σου και πιέζεις για κυρώσεις τους τρίτους, δεν τρέχεις άρον-άρον να τον αγκαλιάσεις..
2) Την λογική αυτή ολιγόμηνη αναβολή θα αναγκάζονταν (παρ’ όλο που δεν τους βολεύει) να αποδεχθούν και οι εταίροι μας (κι αυτοί μιλούν για ανάγκη συνέπειας στην τουρκική στάση και βέβαια δεν την βλέπουν, όσο κι αν εθελοτυφλούν), αλλά και οι ΗΠΑ
3) Η Τουρκία βρίσκεται σε πορεία καθημερινής εξασθένησης λόγω των πολλαπλών πιέσεων στην οικονομία της με αρνητικές συνέπειες και πάνω στην παντοδυναμία και πολιτική ισχύ του Ερντογάν
4) Διανοίγεται μπροστά μας ένα ευνοϊκό γύρισμα σελίδας στην αμερικανική στάση (αντικατάσταση Τραμπ, σκληρές κυρώσεις λόγω S-400, δίκη Halkbank κ.λπ) και ξεκίνησαν ήδη αυξητικά έντονες πιέσεις στον Ερντογάν (χωρίς να παρασυρόμαστε πάντως σε υπερβολικό ενθουσιασμό).
5) Να αποκρυσταλλώσουμε επιτέλους με σοβαρότητα τις θέσεις μας (και να τις απεικονίσουμε στους αντίστοιχους χάρτες) για τις θαλάσσιες ζώνες που δικαιούμαστε/ διεκδικούμε. Είναι πρωτοφανές να πηγαίνουμε σε διάλογο με ασάφειες σχετικά με τα συγκεκριμένα δικαιώματα και διεκδικήσεις μας.
Στον νόμο για τα 12 ν.μ. στο Ιόνιο, η Ελλάδα επιτέλους υιοθέτησε (άριστα ποιούσα) κλείσιμο κόλπων και ευθείες γραμμές βάσης αυξάνοντας έτσι το τελικό αποτέλεσμα επέκτασης περίπου κατά 30%. Άρα λογικά (κατά την επίσημη θέση), ίδια θα πρέπει να είναι και η βάση της εθνικής χαρτογράφησης και στη Μεσόγειο (νότια της Κρήτης αλλά και της γραμμής Κρήτης-Ρόδου-Καστελόριζου), αλλά και στο Αιγαίο όπου μάλιστα διάφορες τεχνικές μπορούν να αυξήσουν ακόμη περισσότερο την εθνική κυριαρχία. Αντί ορισμένοι λάτρεις του διαλόγου να μιλούν για ελληνικές «υπερβολές» («δεν είναι ελληνική λίμνη το Αιγαίο»), ας τα δουν έστω και ως διαπραγματευτικά χαρτιά.
Ένα άλλο εκκρεμές ερώτημα είναι εδώ το ποιες ακριβώς ζώνες διεκδικούμε (έχουμε παραιτηθεί από τη διεκδίκηση και άλλων που προβλέπονται από το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας;) Ποιός είναι τελικά ο χάρτης με τις θαλάσσιες ζώνες μας με τον οποίο προσερχόμαστε στον διάλογο; (με τη λογική επεξήγηση βέβαια ότι σε μια διαπραγμάτευση με άλλα κράτη δεν επιτυγχάνεις ποτέ το 100% των διεκδικήσεών σου… )
6) Να προβούμε σε διορθωτικές κινήσεις τακτικής και σε διπλωματική εκστρατεία ενημέρωσης όπου υστερούμε δραματικά.
7) Ο κυριότερος όμως λόγος είναι ότι διαμορφώνεται ενόψει της συνόδου κορυφής του Μαρτίου μία οιονεί νέα σχέση ΕΕ-Τουρκίας, στη συν-διαμόρφωση της οποίας πρέπει οπωσδήποτε να πρωταγωνιστήσουμε.
Ενδοευρωπαϊκά εκτυλίσσεται στο παρασκήνιο μια σύγκρουση ανάμεσα στους υποστηρικτές της (λίγο-πολύ συνέχισης της) ενταξιακής προοπτικής της Τουρκίας και των οπαδών της ειδικής σχέσης.
Η πρώτη ανοίγει σημαντικότατες δυνατότητες να μετατρέψουμε πραγματικά τα ελληνοτουρκικά σε ευρωτουρκικά (βλ.παρακάτω).
Η δεύτερη είναι εξαιρετικά επικίνδυνη γιατί μόνο οφέλη προσφέρει στην Άγκυρα και ουσιαστικά κανέναν πολιτικό όρο (σε εξωτερική συμπεριφορά, ανθρώπινα διώματα κ.λπ.).
Αν και προοπτικά το πιθανότερο είναι ένας συμβιβασμός κάπου στη μέση με σταδιακή μετακύλιση της πρώτης προς την δεύτερη, η Ελλάδα πρέπει με σχέδιο και επιμονή (στην ανάγκη και με έντεχνες απειλές βέτο) να καταστήσει σαφές ότι δεν πρόκειται να κάνει μόνη της διάλογο με μια Τουρκία που απειλεί τα ευρωπαϊκά σύνορα, τόσο με την στρατιωτική προσβολή τους, όσο και με διά «διαπραγματεύσεων» αναθεώρησή τους. Αυτός πρέπει να είναι ο στόχος της νέας στρατηγικής μας: Τα ελληνοτουρκικά είναι θέμα προσβολής ευρωπαϊκών συνόρων και για αυτό απαιτείται η εκ μέρους της ΕΕ αταλάντευτη στήριξή μας στην μη-αναθεώρηση των υπαρχόντων αλλά και στην οριοθέτηση των νέων στη θάλασσα.
Που πρακτικά σημαίνει: Η Ελλάδα (και τουλάχιστον η Κύπρος) θα μπλοκάρουν εφεξής οποιαδήποτε βελτίωση σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας, χωρίς προηγουμένως να έχει διαμορφωθεί ένα σαφές πλαίσιο ασφάλειας (ευρωπαϊκοί όροι, κανόνες και εγγυήσεις) για τον διάλογο που μάλιστα θα γίνει πλέον (όπως θεσμικά προβλέπεται) από την Κομισιόν με διαδικασία και κανόνες ενταξιακών διαπραγματεύσεων (Κεφάλαιο 13 περί Αλιείας).
Εδώ ακριβώς έρχεται να δέσει και η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα.
Β. Ποιο είναι ασφαλέστερο πλαίσιο διαλόγου;
Ποιο είναι πράγματι το ασφαλέστερο πλαίσιο διαλόγου για την Ελλάδα: μόνοι με την Τουρκία ή στο πλαίσιο των ευρωτουρκικών ενταξιακών διαπραγματεύσεων; Δηλ. οι γνωστές διερευνητικές ή το να επαναφέρουμε τα ελληνοτουρκικά στο ευρωτουρκικό πλαίσιο; Πώς;
Οι τελευταίες έμμεσες αναφορές του Νίκου Δένδια στο ευρωπαϊκό κεκτημένο δείχνουν να έχει γίνει αντιληπτή η (περισσότερα υποσχόμενη) διαφορά προοπτικής που ανοίγεται για τα εθνικά μας συμφέροντα από μια άλλη στρατηγική.
————————–
Ο Γιάννης Βαληνάκης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και πρώην υφυπουργός Εξωτερικών επί κυβερνήσεων Κώστα Καραμανλή.
|